Πάνος Σκουρλέτης | Στέλεχος Νέας Αριστεράς, πρώην Υπουργός

Kαμία βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη χωρίς αναβάθμιση της εργασίας
 
Άρθρο  στην Εφημερίδα των Συντακτών
 

Ας δούμε δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Η έλλειψη εργατικών χεριών στον πρωτογενή τομέα, από την Κρήτη μέχρι τον Εβρο, έχει λάβει δραματικές διαστάσεις, με τους ειδικευμένους αλλοδαπούς εργάτες να στρέφονται σε άλλες χώρες, ενώ στον τουριστικό τομέα, χιλιάδες εργαζόμενοι, κυρίως νέοι, αποχώρησαν από την εργασία τους μέσα στην τουριστική περίοδο απορρίπτοντας στην πράξη τις ισχνές αμοιβές και τις άθλιες συνθήκες εργασίας που συναντούν όλο και συχνότερα. Γεωργία και τουρισμός είναι δυο κλάδοι-κλειδιά (key sectors) της ελληνικής οικονομίας, που μαζί με τη μεταποίηση αγγίζουν το 30% συμμετοχής στο ΑΕΠ. Μάλιστα, ο πρωτογενής τομέας στη χώρα μας ως συμμετοχή στο ΑΕΠ κινείται σε διπλάσια επίπεδα από τον μέσο όρο της Ε.Ε., παρά τη συνεχή υποχώρησή του. Είναι σαφές ότι κάθε βλαπτική εξέλιξη σε αυτούς τους κλάδους της οικονομίας αντανακλάται και στη συνολική πορεία της. Τα συγκεκριμένα φαινόμενα συνδέονται ευθέως με τους στόχους και τις ιεραρχήσεις της κυβερνητικής πολιτικής.

Οι ελλείψεις εργατών γης είναι οι μεγαλύτερες από το 2019, όταν η κυβέρνηση της Ν.Δ. άρχισε να ακυρώνει, το ένα πίσω από το άλλο, τα σχετικά μέτρα που είχε λάβει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η παρούσα κυβέρνηση, με σκληρά ταξικά κριτήρια και συντηρητικά αντανακλαστικά, δημιούργησε νέα αδιέξοδα, ωθώντας χιλιάδες αλλοδαπούς εργάτες γης, πολλοί από τους οποίους εργάζονταν συστηματικά στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, να κατευθυνθούν προς την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία. Εκεί τους προσφέρουν άμεσα άδεια παραμονής και όλα τα απαραίτητα έγγραφα, προκειμένου να εργαστούν με όρους ασφάλειας και σε βάθος χρόνου. Τα κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται ότι η χώρα μας έχει το καλύτερο καθεστώς εποχικής απασχόλησης ειδικευμένων αλλοδαπών εργατών γης, αλλά το αποτέλεσμα καταρρίπτει αυτούς τους ισχυρισμούς. Σημαντικά εμπόδια, συνυφασμένα με τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης λειτουργούν ανασταλτικά για την προσέλκυση και παραμονή ξένων εργατών. Επιβεβαιώνεται έτσι η κυριαρχία στο εσωτερικό της κυβέρνησης ξενοφοβικών αντιλήψεων που στέκονται εμμονικά εχθρικά απέναντι σε εργαζομένους από τρίτες χώρες, ακόμη και όταν οι πραγματικές ανάγκες είναι τόσο πιεστικές, όπως αυτές που αντιμετωπίζει ο πρωτογενής τομέας.

Το μόνο που έκανε η κυβέρνηση, έπειτα από πίεση των αγροτικών φορέων, ήταν μια ρύθμιση-μπάλωμα στη Βουλή, πριν από λίγες ημέρες, που απλά μεταθέτει το πρόβλημα τρεις μήνες αργότερα. Επίμονα ο αγροτικός κόσμος προειδοποιεί για μεγάλες οικονομικές ζημιές, ακόμη και επισιτιστική κρίση, ζητώντας μεγαλύτερες διευκολύνσεις για την παραμονή και εργασία των εργατών γης, ωστόσο η κυβέρνηση τον αγνοεί, επιμένοντας να εφαρμόζει μια φοβική και αδιέξοδη πολιτική για το μεταναστευτικό ζήτημα, η οποία, όμως, επηρεάζει αρνητικά και την πραγματική οικονομία.

Στον τουρισμό η κατάσταση είναι επίσης οριακή, με εκτιμήσεις για έλλειψη 50.000 εργαζομένων. Οι επιχειρηματίες του τουρισμού βιώνουν ελλείψεις τις οποίες δεν έχουν συνηθίσει, με αναπόφευκτες τις αρνητικές συνέπειες στην ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και την ακόμη μεγαλύτερη εντατικοποίηση της εργασίας. Από τον συγκεκριμένο κλάδο προέρχεται το 22% του συνόλου των απασχολουμένων της χώρας, βιώνοντας όμως μια εποχικότητα που ξεπερνάει το 55%. Σύμφωνα με τους συνδικαλιστικούς φορείς των εργαζομένων, η περίοδος απασχόλησης έχει μειωθεί, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν τηρούνται, επιδιώκονται ατομικές συμβάσεις με χειρότερους όρους εργασίας, παραβιάζεται συστηματικά η εργατική νομοθεσία και φυσικά, μέσα στο νέο πλαίσιο της τεράστιας ακρίβειας, το εργατικό εισόδημα αποδυναμώνεται ακόμη περισσότερο. Η απουσία αποτελεσματικών ελέγχων από τα όργανα της πολιτείας στον τουριστικό κλάδο, όπως και αλλού, τροφοδοτεί την αυθαιρεσία σε βάρος των εργαζομένων.

Πρόσφατα, εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας επιχείρησε να παρακάμψει την Κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας στον επισιτισμό-τουρισμό και να πλήξει το συμφωνημένο 5θήμερο-40ωρο επιτρέποντας, εάν το «ζητήσει» ο εργαζόμενος, 6ήμερο-40ωρο, χωρίς καμία πρόσθετη αμοιβή. Σήμερα, για την επιπλέον του 5θημέρου ημέρα εργασίας η αποζημίωση είναι το ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 35%. Η κυβέρνηση υποβιβάζει την εργασία και ευνοεί πρακτικές που τελικά λειτουργούν σε βάρος του συγκεκριμένου κλάδου και συνολικά.

Ο άλλος δρόμος. Είναι φανερό ότι η έννοια της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης δεν μπορεί να υπηρετηθεί από την αντίληψη της συμπίεσης του εργατικού κόστους και του περιορισμού των κάθε είδους δικαιωμάτων Ελλήνων και ξένων εργατών. Η συγκεκριμένη στρατηγική οδηγεί σε αδιέξοδο, αγγίζοντας πλέον τα απώτατα όρια ανοχής και αντοχής πολλών εργαζομένων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με προβλήματα επιβίωσης. Την περίοδο που σε άλλες χώρες της Ευρώπης εξετάζουν το 4ήμερο, στην Ελλάδα προωθούνται τα απλήρωτα 6ήμερα και 10ωρα. Η επόμενη αριστερή-προοδευτική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. μπορεί και πρέπει να εφαρμόσει μια πολιτική που θα απαντήσει ολιστικά σε όλες τις προκλήσεις που καταγράφονται, εφαρμόζοντας και ικανοποιώντας δίκαια αιτήματα του εργατικού-παραγωγικού κινήματος στη χώρα μας.

Μια διαρθρωτική παρέμβαση προϋποθέτει δράσεις και μέτρα για τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων, την τήρηση των ωραρίων εργασίας, την αντιμετώπιση της «μαύρης» εργασίας, την αύξηση των αμοιβών, καθώς και ένα μακρόπνοο σχέδιο στήριξης εποχικών και μη εργαζομένων και μετά τη λήξη της εκάστοτε περιόδου απασχόλησης. Αλλά και μακροχρόνιες άδειες παραμονής, διαμονή με αξιοπρεπείς όρους, υγεία και ασφάλεια στην εργασία.

Απέναντι στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική της κυβέρνησης που τη μια στοχοποιεί τους μετανάστες, την άλλη τους νέους, την άλλη τους εργαζομένους συνολικά ή που βάζει στο «ίδιο τσουβάλι» όλο τον κόσμο της επιχειρηματικότητας, απαιτείται ένα μακρόπνοο σχέδιο βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης με επίκεντρο την αναβάθμιση της εργασίας το οποίο θα παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις, τις εγχώριες ανάγκες και τις ανταγωνιστικές οικονομίες σε παρόμοιους κλάδους.