
“Δυστυχώς οι περισσότερες εκτιμήσεις συγκλίνουν σε αυτό που περιγράφετε. Ήδη βρισκόμαστε στην πιο δεινή οικονομική θέση σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. Το χαρακτηριστικό της ύφεσης που διανύουμε είναι ότι η βύθιση της οικονομίας συνέβη απότομα και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό από μόνο του την καθιστά πιο βίαιη.
Εάν συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε την κρίση με τον τρόπο που το κάνει η κυβέρνηση της Ν.Δ., το βέβαιο είναι ότι θα έχουμε μια νέα
αναδιάρθρωση της αγοράς, με θύματα τους εργαζόμενους και τις πιο μικρές επιχειρήσεις, υπέρ των λίγων και ισχυρών. Όταν το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών μειώνεται και
συρρικνώνονται η κατανάλωση και η οικονομική δραστηριότητα, ο ενδεδειγμένος τρόπος για να φρενάρεις την ύφεση είναι να καλύψεις αυτό το κενό μέσω των δημοσίων δαπανών. Στην πράξη αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, μετατροπή της
επιστρεπτέας προκαταβολής σε μη επιστρεπτέα ή καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζόμενων καθώς και του μισθολογικού κόστους από το κράτος, για τις επιχειρήσεις που ανεστάλη ή λειτουργία τους. Όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. τα διατύπωσε έγκαιρα, στον σωστό χρόνο, αλλά δεν υιοθετήθηκαν, με αποτέλεσμα η ύφεση να αποκτήσει μία ακόμα μεγαλύτερη αρνητική δυναμική. Στην παρούσα συγκυρία αυτό το οποίο επιβάλλεται, αν θέλουμε να αναστρέψουμε την κατάσταση, είναι μια
συνολική ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους που θα εμπεριέχει και τη διαγραφή ενός μέρους του. Στο ερώτημα αν μπορούμε να τα κάνουμε όλα αυτά, η απάντηση είναι πως ναι, από τη στιγμή που βρισκόμαστε σε αναστολή εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και των δημοσιονομικών περιορισμών που το συνοδεύουν”.